Η επανενσωμάτωση στην οικονομία των Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων, 1974-1977
Προβολή/ Open
Ημερομηνία
2024Συγγραφέας
Κασιώνης, ΧρυσοβαλάντηςΕκδότης
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Φιλοσοφική Σχολή / University of Cyprus, Faculty of LettersPlace of publication
ΚύπροςGoogle Scholar check
Keyword(s):
Metadata
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Η παρούσα διδακτορική διατριβή μελετά την επανενσωμάτωση των Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων στην οικονομία κατά την περίοδο 1974-1977. Η υπό εξέταση περίοδος ξεκινά με τον τερματισμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων και ουσιαστικά τη λήξη της δεύτερης φάσης της τουρκικής εισβολής στις 17 Αυγούστου 1974, και εκτείνεται μέχρι και το θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ στις 3 Αυγούστου του 1977. Η μελέτη της επανενσωμάτωσης των εκτοπισμένων της Κυπριακής τραγωδίας κάτω από μια επιστημονική προσέγγιση, πρέπει να είναι πολυδιάστατη. Τέτοια μελέτη, απουσιάζει από την υφιστάμενη βιβλιογραφία (ελληνική και διεθνή) αφού διάφορα θέματα για την αποκατάσταση των Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων, παρουσιάζονται στη βιβλιογραφία μόνο επιγραμματικά. Η υφιστάμενη βιβλιογραφία επικεντρώνεται, ιδιαίτερα, στην οικονομική ανάπτυξη που εδραιώθηκε από το 1977 και έπειτα και στο φαινόμενο που βιβλιογραφικά επικράτησε να ονομάζεται «οικονομικό θαύμα». Η ανασυγκρότηση της οικονομίας όμως δεν ήταν δεδομένη αφού οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής του 1974 ήταν καταστροφικές.
Λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής, η παρούσα διατριβή εξετάζει τρεις δείκτες επανενσωμάτωσης των εκτοπισμένων στην οικονομία: την αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών, τη στέγαση, και την επανένταξη των εκτοπισμένων στην αγορά εργασίας. Η πορεία που ακολούθησε ο κάθε δείκτης επανενσωμάτωσης όμως στην περίοδο που εξετάζει η διατριβή, ήταν διαφορετική. Η αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών των εκτοπισμένων ήταν αποτελεσματική και έγινε σε μεγάλο βαθμό εντός του 1974. Σε σχέση με τη στέγαση των εκτοπισμένων, οι στεγαστικές συνθήκες παρέμειναν ακατάλληλες για ένα μεγάλο μέρος των εκτοπισμένων, ακόμα και στο τέλος της περιόδου που εξετάζει η διατριβή. Από την άλλη, ως το τέλος της εξεταζόμενης περιόδου, η επανένταξη των εκτοπισμένων στην αγορά εργασίας είχε επιτευχθεί αφού, το πρόβλημα της ανεργίας είχε αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Αναλύονται τέσσερις παράγοντες που επηρέασαν και διαμόρφωσαν την πορεία των πιο πάνω δεικτών επανενσωμάτωσης: οι κυβερνητικές δράσεις και σχεδιασμοί, η ξένη οικονομική βοήθεια, η δράση των ίδιων των εκτοπισμένων, και η βελτίωση της οικονομίας.
Από την κυβέρνηση δημιουργήθηκαν δύο νέες υπηρεσίες για την αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος. Η Υπηρεσία Μέριμνας και Αποκατάστασης Εκτοπισθέντων (ΥΜΑΠΕ), δημιουργήθηκε τον Αύγουστο του 1974 και είχε ως στόχο την αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών των εκτοπισμένων και τη λειτουργία των προσφυγικών καταυλισμών αντισκήνων. Το Ειδικό Ταμείο Ανακουφίσεως (ΕΤΑ) δημιουργήθηκε τον Δεκέμβριο του 1974 με σκοπό την επαναδραστηριοποίηση του εκτοπισμένου πληθυσμού. Ήταν μέσω αυτού του θεσμού που δημιουργήθηκαν διάφορα σχέδια παροχής κινήτρων και οικονομικής ενίσχυσης για διάφορες κατηγορίες εκτοπισμένων και ουσιαστικά το προσφυγικό πρόβλημα είχε ενταχθεί στην αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης. Η απόφαση της κυβέρνησης για την ολιστική αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος των εκτοπισμένων, λήφθηκε τον Νοέμβριο του 1975. Η στέγαση των εκτοπισμένων, επηρεάστηκε και από πολιτικές σκοπιμότητες, κάτι που δεν ίσχυσε στην αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών των εκτοπισμένων ούτε στην επανένταξή τους στην αγορά εργασίας.
Σε σχέση με την οικονομική βοήθεια από το εξωτερικό, αυτή ήταν κομβικής σημασίας για την αντιμετώπιση των πρώτων αναγκών των εκτοπισμένων. Συνέβαλε όμως σημαντικά και στη στέγαση και την επανένταξη των εκτοπισμένων στην αγορά εργασίας. Στο μεγαλύτερό της μέρος, η ξένη οικονομική βοήθεια προήλθε από την ελληνική κυβέρνηση (διμερής βοήθεια) και από την αμερικανική κυβέρνηση, αρχικά μέσω της Διεθνούς Επιτροπής Ερυθρού Σταυρού (ICRC) και έπειτα μέσω της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (UNHCR).
Τα πρώτα σημάδια οικονομικής ανάκαμψης φάνηκαν στα μέσα του 1975 και ήταν εντονότερα κατά τα έτη 1976-1977. Η εντυπωσιακή μείωση των ποσοστών ανεργίας, ιδιαίτερα στον πληθυσμό των εκτοπισμένων που αποτελούσε και την πλειοψηφία των ανέργων, είναι ίσως η πιο αντιπροσωπευτική ένδειξη της πορείας που ακολούθησε η οικονομία. Αποτελεί όμως και μια ένδειξη της προσαρμοστικότητας που επέδειξαν οι εκτοπισμένοι στα νέα δεδομένα μετά την εισβολή. Η συλλογική δράση των εκτοπισμένων σε σχέση με την αποκατάστασή τους, φαίνεται μέσα και από την ίδρυση της Παγκύπριας Επιτροπής Προσφύγων (ΠΕΠ), η οποία αναζήτησε και διεκδίκησε λύσεις στα προβλήματα των εκτοπισμένων. Σε αυτό της το ρόλο, ήταν άξια αναφοράς η στήριξη και η βοήθεια που έλαβε η ΠΕΠ από τη Συνομοσπονδία Εργαζομένων Κύπρου (ΣΕΚ) και την Παγκύπρια Εργατική Ομοσπονδία (ΠΕΟ).
Προς την επίτευξη των στόχων της διατριβής, έγινε έρευνα σε διάφορες πηγές. Σε διεθνές επίπεδο έγινε έρευνα στο αρχείο της UNHCR στη Γενεύη. Σε τοπικό επίπεδο ερευνήθηκε το Κρατικό Αρχείο Κύπρου, τα αρχεία της Γραμματείας του Υπουργικού Συμβουλίου και της Βουλής των Αντιπροσώπων, του Κέντρου Παραγωγικότητας (ΚΕΠΑ), της ΠΕΠ, των συντεχνιών και εργοδοτικών οργανώσεων και τα ιδιωτικά αρχεία της Στέλλας Σουλιώτη και του Κέντρου Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος. Έχουν επίσης μελετηθεί ενδελεχώς οι σχετικές εκδόσεις της Στατιστικής Υπηρεσίας, διάφορες κυβερνητικές εκδόσεις καθώς επίσης αρκετές ετήσιες εκθέσεις Υπουργείων και κυβερνητικών υπηρεσιών. Μελετήθηκαν επίσης αμερικανικές πηγές δημοσιευμένες στο διαδίκτυο και οι διαθέσιμες δευτερογενείς πηγές. The following doctoral thesis studies the reintegration of the Greek Cypriot displaced population into the economy during the period 1974-1977. The period under review begins with the end of the operations on August 17, 1974, and therefore the end of the second phase of the Turkish invasion and extends until the death of Archbishop Makarios III on August 3, 1977. The study of the reintegration of the displaced population under a scientific approach must consider many dimensions. Such a study is absent from the existing bibliography since various topics for the rehabilitation of displaced persons are presented in the bibliography insufficiently. The available bibliography focuses on the economic growth established from 1977 onwards and on the phenomenon that has prevailed in the bibliography to be called the "economic miracle". The reconstruction of the economy, however, was not guaranteed since the social and economic consequences of the Τurkish invasion of 1974 were disastrous.
Considering the consequences of the Τurkish invasion, this doctoral thesis examines three indicators of the reintegration of the Greek Cypriot displaced population into the economy: covering the first needs, housing, and the integration of the displaced into the labor market. However, the end result of each reintegration indicator in the period examined by the thesis was different. Covering the first needs of the displaced was effective and largely achieved within 1974. In relation to the housing of the displaced, housing conditions remained inadequate for a large proportion of the displaced, even at the end of the period under consideration by the thesis. On the other hand, by the end of the period under review, the problem of unemployment among the displaced population had been effectively tackled. Within this doctoral thesis, four factors that influenced and shaped the course of the above reintegration indicators are analyzed: government actions and plans, foreign financial aid, the action of the displaced themselves, and the development of the economy.
The government created two new agencies to deal with the rehabilitation of the displaced persons. The Special Service for the Care and Rehabilitation of Displaced Persons (YMAPE) was created in August 1974, with the objective to deal with the first needs of the displaced persons and the operation of refugee camps. The Special Relief Fund (ETA) was created in December 1974 with the aim of reactivating the displaced population. It was through this agency that various incentive and financial support plans were designed for various categories of displaced persons and essentially the refugee problem had been included in the government's development policy. However, in relation to the housing programs for the displaced, the decision by the government was taken in November 1975 and was influenced by political expediency. Such a political expediency did not apply within the covering of the first needs of the displaced population and their integration into the labor market.
In relation to financial aid from abroad, this was of pivotal importance in covering the first needs of the displaced. But it also contributed significantly to housing and the integration of the displaced into the labor market. For the most part, foreign financial aid came from the Greek Government (bilateral aid) and the US government, first through the International Committee of the Red Cross (ICRC) and then through the United Nations High Commissioner for Refugees (UNHCR).
The first signs of economic recovery appeared in mid-1975 and were more pronounced during the years 1976-1977. The impressive reduction in unemployment rates, especially among the displaced population who made up the majority of the unemployed, is perhaps the most representative indication of the economic recovery. But it is also an indication of of the adaptability the displaced population showed to the new conditions after the invasion. The collective action of the displaced can be seen in the establishment of the Pan-Cypriot Refugee Committee (PEP), which sought and claimed solutions to the problems of the displaced. In this role, the support and assistance PEP received from the trade unions Cyprus Workers Confederation (SEK) and Cyprus Workers Federation (PEO) was significant.
In order to achieve the objectives of this doctoral thesis, research was done in various sources. At the international level, the archives of UNHCR in Geneva were studied. At the local level, the following archives were studied: the State Archives of Cyprus, the archives of the Secretariat of the Council of Ministers and the House of Representatives, the Productivity Center (KEPA), the Pan-Cypriot Refugee Committee, trade unions’ and employers' organizations and the private archives of Stella Soulioti and Tassos Papadopoulos Research Centre. The relevant publications of the Statistical Service as well as several annual reports of Ministries and other government publications have also been studied. American sources published on the internet and available secondary sources were also studied.
Collections
Cite as
Οι παρακάτω άδειες σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο: