"...Μετά πάσης τελειότητος κοσμήματα χρυσά και αργυρά" : παραγωγή, τυπολογία και χρήση κοσμημάτων στην Κύπρο, 1830-1960
Date
2018-12Author
Χατζηττοφή, Πετρούλα Α.Publisher
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Φιλοσοφική Σχολή / University of Cyprus, Faculty of LettersPlace of publication
ΚύπροςCyprus
Google Scholar check
Keyword(s):
Metadata
Show full item recordAbstract
Η παρούσα διδακτορική διατριβή θέτει ως αντικείμενο μελέτης το νεότερο κόσμημα, το οποίο κατασκευάστηκε ή εισήχθηκε και χρησιμοποιήθηκε στην Κύπρο κατά την ύστερη Οθωμανική και τη Βρετανική Περίοδο (1830-1960). Αξιοποιώντας στοιχεία από ποικίλες κατηγορίες πηγών, μεταξύ των οποίων σωζόμενα κοσμήματα μουσειακών και ιδιωτικών συλλογών, περιηγητικά κείμενα, προικοσύμφωνα, κατάστιχα περιουσιών, αρχειακό υλικό, προφορικές μαρτυρίες, στοιχεία από τον κυπριακό Τύπο της Βρετανικής Περιόδου, καλλιτεχνικές απεικονίσεις και φωτογραφίες, η μελέτη επιχειρεί μια ολιστική, πολυεπίπεδη προσέγγιση σε ένα ιδιαίτερο κλάδο του νεότερου υλικού πολιτισμού της Κύπρου, αποβλέποντας παράλληλα στην καλύτερη κατανόηση μεταβολών που συντελούνται στην κυπριακή κοινωνία σε μια εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από τη μετάβαση στη νεωτερικότητα.
Η εξέταση επικεντρώνεται αρχικά, εν συντομία, σε θέματα παραγωγής του κοσμήματος στον ευρωπαϊκό και τον οθωμανικό χώρο κατά την περίοδο υπό μελέτη, καταλήγοντας στην Κύπρο. Η επαγγελματική ταυτότητα των χρυσοχόων του νησιού και ο τρόπος οργάνωσής τους, τα εργαστήρια και τα κέντρα της αργυροχρυσοχοΐας, ως βιοτεχνικού κλάδου, η πελατεία και τα δίκτυα διανομής των κοσμημάτων αλλά και γενικότερα των αργυροχρυσοχοϊκών προϊόντων τίθενται στο επίκεντρο μιας συνθετικής ανάλυσης, μέσα από την οποία προκύπτει τελικά η εικόνα των δομών παραγωγής και της δράσης των τεχνιτών της αργυροχρυσοχοΐας, σε διαχρονική εξέλιξη από τον 19ο στον 20ό αιώνα. Την εικόνα αυτή συμπληρώνει η μελέτη των πρώτων υλών, των εργαλείων και των τεχνικών κατασκευής των κυπριακών κοσμημάτων, μέχρι το κατώφλι της εκβιομηχάνισης.
Το τοπικό και το διεθνές επίπεδο συνδέονται μέσα από τη μελέτη του εισηγμένου κοσμήματος, των διαφόρων προελεύσεων και των τρόπων εισαγωγής του, καθώς και της κατανάλωσής του από την κυπριακή κοινωνία. Σωζόμενα, τοπικά και εισηγμένα είδη, τα οποία καταγράφηκαν στο πλαίσιο της έρευνας, αποτελούν αντικείμενο τυπολογικής εξέτασης, στην οποία το κόσμημα, ως καλλιτεχνικό προϊόν της εποχής του, μελετάται με βάση μορφολογικά και τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά, κατατάσσεται σε κατηγορίες, τύπους, παραλλαγές τύπων, και ιδιάζουσες μορφές, ενώ, όπου το επιτρέπουν τα δεδομένα, τοποθετείται στον χώρο και στον χρόνο παραγωγής του. Η τυπολογική ανάλυση φωτίζει, παράλληλα, ζητήματα που αφορούν την τοπική τεχνοτροπία και τη συμμετοχή του κυπριακού κοσμήματος σε σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα της κοσμηματοποιίας, τον τρόπο αφομοίωσης των επιρροών, τον βαθμό διείσδυσης του ξένου κοσμήματος στον κυπριακό χώρο και των επιπτώσεων που αυτό έχει στην τοπική παραγωγή.
Στο τελευταίο μέρος της διατριβής επιχειρείται μια πρώτη, σύντομη ερμηνευτική προσέγγιση στην κοινωνική χρήση του κοσμήματος μέσα από την εξέταση του ρόλου του ως σημείου αναφοράς στη διαμόρφωση σχέσεων και στην κατασκευή, προβολή και αναπαραγωγή ταυτοτήτων. Η διερεύνηση της λειτουργίας του κοσμήματος σε διάφορα πλαίσια αναδεικνύει την πολυμορφία των τρόπων, με τους οποίους η κυπριακή κοινωνία χρησιμοποίησε το κόσμημα ως έκφραση ή και σύμβολο συναισθημάτων, ιδεών και αντιλήψεων. The present doctoral thesis has set as its objective the in-depth examination of early modern jewellery that have been produced or imported and used in Cyprus during the late Ottoman and the British Period (1830-1960). By utilising various categories of sources - among which are numerous extant museum and private collection jewellery, traveller texts, prenuptial agreements, property registers, archival material, oral testimonies, many articles from the Cypriot press of the British Period, artistic depictions and photographs - the study endeavours to conduct a holistic, multi-scalar examination of this particular domain of the early modern material culture of Cyprus, aspiring simultaneously to better understand transformations occurring within the Cypriot society at a time characterized by the transition to modernity.
By way of introduction to the topic, the examination focuses on issues of jewellery production in Europe and the Ottoman Empire for the timeframe of the study and then turns to the same issues for Cyprus in particular. The professional identity of the silver- and goldsmiths of the island and their mode of organization, the silver- and goldsmithing workshops and production centres, as active places of a craft industry, the clientele and distribution networks of jewellery and other silver- and goldsmithing wares are set at the epicentre of an analytical synthesis through which the diachronically evolving modes of production and activities of silver- and goldsmiths emerge. The study is complemented by an examination of raw materials, tools and manufacturing techniques of Cypriot jewellery from the late Ottoman period to the threshold of industrialization in the 1960s.
The interplay of local and international jewellery production is also explored via the study of imported articles of jewellery, as well as the examination of their origins, modes of import and consumption by the Cypriot society. Local and imported extant artefacts recorded by this study are the object of a typological analysis in which jewellery, as an artistic product of its time, is examined based on morphological and stylistic features, classified in categories, types, variants and unica, and spatiotemporally locates the artefacts whenever data permit to do so. Beyond these, the typological analysis also highlights presently unexplored issues concerning the development of local styles, the participation of Cypriot jewellery in contemporary jewellery making artistic trends, the multiple ways influences are being actively assimilated, as well as the degree of foreign jewellery importation on the island and the ramifications of the latter for local production.
In the last brief section of the thesis, it is attempted to employ for the first time interpretative approaches to matters of social use of jewellery via the examination of their role as points of reference in the formation and transformation of relationships and in the construction, projection and reproduction of identities. The exploration of jewellery functions within various frameworks emphasises the multiplicity of ways through which the Cypriot society utilised jewellery as an expression or symbol of emotions, ideas and beliefs.