Exploitation des ressources végétales et impact environnemental des premiers peuplements humains à Chypre : approches anthracologique et carpologique
Date
2022-04-11Publisher
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Φιλοσοφική Σχολή / University of Cyprus, Faculty of LettersPlace of publication
CyprusGoogle Scholar check
Keyword(s):
Metadata
Show full item recordAbstract
Οι αρχαιολογικές έρευνες των τελευταίων δεκαετιών στην Κύπρο έφεραν στο φως εγκαταστάσεις κυνηγών/γεωργών, που ανάγονται στην 9η χιλιετία π.Χ. (Αρχική Προκεραμική Νεολιθική), τις οποίες διαδέχθηκαν θέσεις, στις οποίες το κυνήγι σταδιακά δίνει τη θέση του στην κτηνοτροφία, ενώ παράλληλα επιβεβαιώνονται γεωργικές πρακτικές (Πρώιμη Προκεραμική Νεολιθική). Η Ύστερη Προκεραμική Νεολιθική (7η-6η χιλιετία π.Χ.) στην Κύπρο χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενός τοπικού νησιωτικού πολιτισμού (γνωστού και ως «Πολιτισμός της Χοιροκοιτίας»), ανεξάρτητου από ηπειρωτικές επιρροές, όπως υποδηλώνουν οικισμοί μερικές φορές μεγάλοι σε μέγεθος, που κατοικούνται από γεωργούς, κτηνοτρόφους και τεχνίτες.
Αυτοί οι πρώιμοι οικισμοί εξελίχθηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τα τοπικά οικοσυστήματα του νησιωτικού περιβάλλοντος, στο οποίο είχε παρέμβει ελάχιστα ο άνθρωπος. Η παρούσα μελέτη στοχεύει στον εντοπισμό των φυτικών πόρων και στην ανασύνθεση του παλαιοπεριβάλλοντος και της εξέλιξής του ανά τις χιλιετίες (9η-6η χιλιετία π.Χ.), όπως αυτό μεταβλήθηκε από την ανθρώπινη αλληλεπίδραση, μέσω της μελέτης των ανθρακολογικών καταλοίπων (κάρβουνων) που βρέθηκαν στις θέσεις Άγιος Τύχωνας-Κλήμωνας (8800 π.Χ.), Παρεκκλησσιά-Σιυλλουρόκαμπος (8500-6900 π.Χ.) και Χοιροκοιτία-Βούνοι (6800-5500 π.Χ.). Η ενδελεχής ανάλυση και των υπολειμμάτων καρπών άγριων ξυλωδών φυτών, ολοκληρώνει την ανθρακολογική μελέτη και επιτρέπει την προσέγγιση του ερωτήματος της στοχευμένης συλλογής καρπών. Οι συλλογές αναφοράς σύγχρονου βοτανικού υλικού που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο αυτής της έρευνας, επέτρεψαν την ταύτιση του πιο πάνω αρχαιοβοτανικού υλικού και οδήγησαν στον εμπλουτισμό των συλλογών του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι και στη δημιουργία των πρώτων συλλογών αναφοράς στην Κύπρο (Πανεπιστήμιο Κύπρου). Επιπλέον, η μελέτη αυτή παρουσιάζει τη λεπτομερή μέθοδο ταυτοποίησης των καταλοίπων καρπών της Pistacia spp.
Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την έρευνα δείχνουν την εκμετάλλευση από τους κατοίκους των οικισμών ενός ευρέος φάσματος τοπικών ξυλώδων φυτών στο άμεσο περιβάλλον των προαναφερθέντων θέσεων, το οποίο ήταν πιθανότατα πλουσιότερο και αρκετά διαφοροποιημένο σε ξυλώδη φυτά (μεσογειακή μακία, δασικοί σχηματισμοί) από ό,τι σήμερα. Επιπλέον, μας επιτρέπουν να σκιαγραφήσουμε την εξέλιξη της δυναμικής της βλάστησης σε μια περίοδο σχεδόν 3300 ετών και την σταδιακή υποβάθμισή της. Σημαντική αλλαγή παρατηρείται κατά την περίοδο της αναδιοργάνωσης του νεότερου οικισμού της Χοιροκοιτίας (επίπεδα Α, ΙΙΙ-Ι). Στο πλαίσιο αυτό, αξιολογείται ο ρόλος των φυσικών (κλιματικών) παραγόντων έναντι των ανθρωπογενών επιπτώσεων στους φυτικούς πληθυσμούς, με ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο των πυρκαγιών. Επίσης, η μελέτη αυτή προχωρεί σε κάποια συμπεράσματα για τη χρήση των ξυλωδών φυτών στην αρχιτεκτονική, ως καύσιμη ύλη, ζωοτροφή, για ιατρικές χρήσεις, καθώς και για την ανθρώπινη διατροφή. Επιπλέον, διερευνάται η βιογεωγραφία και η ιθαγένεια ορισμένων ξυλωδών φυτών, όπως η χαρουπιά και η αμυγδαλιά.
Η παρούσα μελέτη συμπληρώνει προηγούμενες παλαιοπεριβαλλοντικές μελέτες και αναδεικνύει τη μακροπρόθεσμη αλληλεπίδραση ανθρώπου-περιβάλλοντος κατά την Προκεραμική Νεολιθική. Τέλος, δίνει νέες ερευνητικές κατευθύνσεις στην προσέγγιση της αλληλεπίδρασης ανθρώπου-περιβάλλοντος, την εκμετάλλευση, τη διαχείριση και τη χρήση των ξυλωδών φυτών στο νησιωτικό περιβάλλον της Κύπρου και στη Μεσόγειο γενικότερα. Archaeological research in Cyprus over the last decades has revealed the existence of settlements of hunters/early farmers since the 9th millennium BC (Initial Pre-Pottery Neolithic), followed by other sites, in which hunting progressively gives way to farming, and agricultural practices are confirmed (Early Pre-Pottery Neolithic). The Late Pre-Pottery Neolithic (7th-6th millennia BC) in Cyprus is marked by the development of a locally developed island culture (also known as the 'Khirokitia Culture'), independent of continental influences, as indicated by villages, sometimes large in size, populated by farmer-breeders and craftsmen.
These early settlements in Cyprus developed and exploited the resources of the local ecosystems in an island environment previously little influenced by man. This study aims to localize the plant resources and to reconstruct the plant formations and evolution over time (9th-6th millennium BC), as resulted with human interaction, through the study of the anthracological remains (charcoal) recovered in the sites of Ayios Tychonas-Klimonas (8800 cal. BC), Parekklishia-Shillourokambos (8500-6900 cal. BC) and Khirokitia-Vounoi (6800-5500 cal. BC). A thorough analysis of the fruit remains targeting the exploitation of wild woody fruit taxa, completes the anthracological study and make possible to approach the question of purposeful fruit gathering. The reference collections of modern botanical material, established within the framework of this research, enabled the study of the above archaeobotanical material and led to the enrichment of the collections of the National Museum of Natural History in Paris, and to the creation of the first reference collections in Cyprus (University of Cyprus). This study also provides a detailed identification of the fruit remains of Pistacia spp.
The results obtained, show the exploitation of a wide range of local woody resources by the inhabitants in the direct environment of the aforementioned sites, that was probably much richer and more diversified in woody taxa (Mediterranean maquis, forest formations) than today. Moreover, they allow us to outline the evolution of the vegetation dynamics over a period of nearly 3300 years and the degradation of the vegetation cover. A major change is observed at the time of the reorganisation of the recent village of Khirokitia (levels A, III-I). Within this framework, the role of natural (climatic) factors versus the anthropogenic impact on the plant communities is assessed, with a particular focus on the role of fire. This study also concludes for the use of woody resources for fuel, in architecture, for fodder, medical use, as well as in human diet. Besides, the biogeography and indigeneity of certain woody taxa, such as carob and almond are investigated.
This study complements previous palaeoenvironmental studies and highlights human-environment interactions over the long term during the Pre-Pottery Neolithic. Finally, it opens up new research directions concerning human-environment interactions, exploitation, management, and use of woody plants on the island environment of Cyprus and in the Mediterranean in general. Les recherches archéologiques conduites récemment à Chypre ont mis en évidence la présence d’occupations humaines de chasseurs/agriculteurs depuis le 9ère millénaire av. n.-è. (Néolithique précéramique initial), suivies par des sites où la chasse laisse progressivement la place à l’élevage et où les pratiques agricoles se confirment (Néolithique précéramique ancien). Le Néolithique précéramique récent (7ème-6ème millénaires av. n.-è.) à Chypre est marqué par le développement d’une culture insulaire originale (dite aussi ‘Culture de Khirokitia’), désormais à l’écart des influences continentales, et s’exprimant au sein de villages, parfois de grande taille, peuplés d’agriculteurs-éleveurs et d’artisans.
Ces premiers peuplements de Chypre ont évolué et exploité les ressources des écosystèmes locaux dans un environnement insulaire auparavant très peu influencé par l’Homme. Cette étude vise à reconstituer les aires d’approvisionnement des ressources végétales et proposer une reconstitution des formations végétales et leur évolution au cours du temps (9ème-6ème millénaire av. n.-è.), en interaction avec les activités humaines, à travers l’étude des vestiges anthracologiques (charbons de bois) collectés à Ayios Tychonas-Klimonas (8800 cal. BC), Parekklishia-Shillourokambos (8500-6900 cal. BC) et Khirokitia-Vounoi (6800-5500 cal. BC). Une étude carpologique approfondie ciblant plus particulièrement l’exploitation de taxons fruitiers ligneux sauvages, complète l’étude anthracologique et permet d’approcher la question de la cueillette des fruits. Les collections de référence de matériel botanique moderne, constituées dans le cadre de cette recherche ont facilité l’étude du matériel archéobotanique et ont abouti à l’enrichissement des collections du Muséum national d’Histoire naturelle et à la création des premières collections de référence archéobotaniques à l’Université de Chypre. Cette étude permet par ailleurs d’aborder en détail d’identification des restes fruitiers de Pistacia spp.
Les résultats obtenus montrent l’exploitation d’un large éventail de ressources ligneuses locales, au sein d’environnements plus riches et diversifiés en taxons ligneux (maquis méditerranéen, formations forestières) que ceux observés actuellement autour des sites. De plus, ils permettent de reconstituer la dynamique de la végétation sur une période de près de 3300 ans en relevant des indices de dégradation du couvert végétal. Une rupture majeure observée au moment de la réorganisation du village récent de Khirokitia (niveaux A, III-I). Dans ce cadre, le rôle des facteurs naturels (climatiques) versus l’impact anthropique sur les communautés végétales est évalué, avec un focus particulier sur le rôle du feu. Cette étude explore aussi l’utilisation des ressources ligneuses à des fins de combustible, construction, fourrage, comme plantes médicinales, et dans l’alimentation humaine. De plus, nous examinons la question de la biogéographie et de l’indigénat de certains taxons ligneux, comme le caroubier et l’amandier.
Notre travail permet de compléter les études paléo-environnementales antérieures et met en évidence les interactions homme-environnement sur la longue durée au cours du Néolithique Précéramique. Enfin, il ouvre des nouvelles directions de recherche concernant les interactions homme-environnement, l’exploitation, la gestion et l’utilisation des plantes ligneuses dans l’environnement insulaire de Chypre et dans la Méditerranée en général.