Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και εθνικά κοινοβούλια : η περίπτωση της Βουλής των Αντιπροσώπων και η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης

Date
2009-05Author
Παρλά, Χαραλαμπία Π.Advisor
Αγαπίου-Ιωσηφίδου, ΚαλλιόπηPublisher
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Σχολή Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Αγωγής / University of Cyprus, Faculty of Social Sciences and EducationPlace of publication
ΚύπροςCyprus
Google Scholar check
Keyword(s):
Metadata
Show full item recordAbstract
Η παρούσα ερευνητική εργασία αφορά στο ευρύτερο θέμα της εμπλοκής των εθνικών κοινοβουλίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE) στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, παίρνοντας ως περιπτωσιακή μελέτη την προσαρμογή της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, με έμφαση στη Δημόσια Συζήτηση για το Μέλλον της Ευρώπης. Η εξελικτική προσαρμογή της Βουλής και η θέση που κατέχει στο πολυεπίπεδο σύστημα διακυβέρνησης της ΕΕ, αφενός, καθοδηγείται από την ανάγκη προσαρμογής στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι (Europeanization) και, αφετέρου, περιορίζεται από παράγοντες που αφορούν στη δομή και λειτουργία της Βουλής, αλλά και σε συνταγματικές ρυθμίσεις.
Μέσα από την εμπειρική μελέτη που αφορά στη δομή και λειτουργία, στη νομοθετική εργασία, στην άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου, αλλά και στην ανάπτυξη της κοινοβουλευτικής διπλωματίας από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, διαφαίνεται ότι η ενταξιακή πορεία και η συνεπαγόμενη ανάγκη για προσαρμογή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι (Europeanization) παράλληλα με την ευρύτερη ανάγκη για εκσυγχρονισμό έχουν επηρεάσει τη Βουλή των Αντιπροσώπων σε τέσσερις βασικούς τομείς στην εσωτερική της λειτουργία, αλλά και στις εξωτερικές της σχέσεις: λειτουργία, δομή, πόροι και σχέση του σώματος με την Κοινωνία των Πολιτών και άλλους θεσμούς. Επίσης, σύμφωνα με την τυπολογία του Mezey (1979), η Βουλή έχει διαχρονικά εξελιχθεί από ένα αδύναμο σε ένα μεσαίας ισχύος νομοθετικό σώμα, το οποίο έχει μεν ενισχύσει και βελτιώσει κατά πολύ τη θέση του, πλην όμως το εύρος σημαντικών πρωτοβουλιών, που το θεσμικό πλαίσιο του επιτρέπει να αναπτύσσει, παραμένει περιορισμένο.
Θεωρητικά στηρίζεται στην πλούσια ακαδημαϊκή συζήτηση που αναπτύχθηκε γύρω από τις έννοιες του Εuropeanization και της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. Σε ότι αφορά στο εμπειρικό μέρος, αξιοποιούνται πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές της ΕΕ καθώς και πρωτότυπο αρχειακό υλικό της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας. This research deals with the broader issue of the involvement of national parliaments of the European Union (EU) member states in the European integration process, using the House of Representatives of the Republic of Cyprus as a case study, with emphasis given on the Public Debate on the Future of Europe. The House of Representatives’ evolving adaptation process and its position in the EU’s multi-level system of governance is driven by the Europeanization process on the one hand, and on the other hand is restrained by factors pertaining to the structure and functioning of the House of Representatives, as well as constitutional stipulations.
Empirical research concerning the structure, functions, the legislative work and the exercise of parliamentary control, but also the development of parliamentary diplomacy by the House of Representatives, has revealed that the accession to the EU, and the implicit need for adaptation to the Europeanization process, in parallel with the broader need for modernization, have affected the House of Representatives in four main areas, regarding both its inner and external functions and relations: operational, structural, resource stability and relations with Civil Society and other institutions.
In addition, according to Mezey’s (1979) typology on legislatures, the House of Representatives has through time developed from a “minimal” to a “reactive” legislature which, despite having reinforced and improved its position remarkably, has maintained limited potential apart from the breadth of important initiatives it develops.
From a theoretical perspective, this research builds upon the scholar debate dealing with Europeanization and multilevel governance. The empirical part draws on both primary and secondary EU sources, as well as unexplored archives of the House of Representatives of the Republic of Cyprus.