Explicit and implicit emotion regulation ability and its link to executive functions: towards the development of novel computerized interventions
View/ Open
Date
2021-11Author
Koumi, Elena P.Publisher
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Σχολή Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Αγωγής / University of Cyprus, Faculty of Social Sciences and EducationPlace of publication
CyprusGoogle Scholar check
Keyword(s):
Metadata
Show full item recordAbstract
Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα, τεκμηριώνουν τον πυρηνικό ρόλο της Δυσκολίας Ρύθμισης Συναισθημάτων, σ’ ένα εύρος μορφών ψυχοπαθολογίας. Η Ικανότητα για Ρύθμιση Συναισθημάτων, ορίζεται από τον Gross (1998), έως προσπάθειες επίδρασης του είδους των συναισθημάτων που βιώνει κάποιος, του χρόνου και της διάρκειας για την οποία τα βιώνει, και του τρόπου με τον οποίο βιώνει ή εκδηλώνει τα συναισθήματα αυτά. Η διαδικασία Ρύθμισης Συναισθημάτων, δύναται να είναι συνειδητή (ενεργοποιείται συνειδητά), ή υποσυνείδητη (πυροδοτείται αυτόματα διαμέσου
υποσυνείδητων διεργασιών). Η ικανότητα ρύθμισης συναισθημάτων έχει προταθεί να βασίζεται στις ίδιες εγκεφαλικές δομές και νευρωνικά δίκτυα που εμπλέκονται στην εκτέλεση των επιτελεστικών λειτουργιών. Εντούτοις, προηγούμενες έρευνες που έχουν μελετήσει τη σχέση μεταξύ της Ικανότητας για Ρύθμιση Συναισθημάτων και Επιτελεστικών Λειτουργιών, έχουν αποφέρει ασυνεπή αποτελέσματα. Από την άλλη, η ικανότητα για υποσυνείδητη/αυτόματη ρύθμιση συναισθημάτων, φαίνεται να στηρίζεται σε ένα διακριτό/ξεχωριστό, πλην εν μέρη κοινό, νευρωνικό δίκτυο. Ελλείμματα στην ικανότητα για αυτόματη/υποσυνείδητη, παρά συνειδητή, ρύθμιση συναισθημάτων, φαίνονται να διαδραματίζουν έναν ακόμη πιο κεντρικό ρόλο, σε διάφορες μορφές ψυχοπαθολογίας.
Δεδομένων: (α) των σύγχρονων, και ασυνεπών, ευρημάτων για τη σχέση μεταξύ των επιτελεστικών λειτουργιών και της ικανότητας για ρύθμιση συναισθημάτων, (β) (γ) του πυρηνικού ρόλου της ρύθμισης, και ιδιαίτερα της υποσυνείδητης ρύθμισης συναισθημάτων στη ψυχοπαθολογία και (γ) την ευρεία ύπαρξη ελλειμμάτων Επιτελεστικών Λειτουργιών σε άτομα που παρουσιάζουν κλινική συμπτωματολογία, στόχος της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της Ρύθμισης Συναισθημάτων, των Επιτελεστικών Λειτουργιών και των Συναισθηματικών Διαταραχών, μέσω συμπεριφορικών και ψυχομετρικών μετρήσεων καθώς και μέσα από τη διενέργεια Ηλεκτροεγκαφαλογραφήματος Προκλητών Δυναμικών (ERPs).
Δείγμα: 120 φοιτητές (33 άντρες, 87 γυναίκες, Ηλικία, M=23,54, SD=4,98) στρατολογήθηκαν εθελοντικά, από το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, συμπεριλαμβανομένων φοιτητών που λαμβάνουν υπηρεσίες από το Κέντρο Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου. Εργαλεία ανίχνευσης ψυχοπαθολογίας (συγκεκριμένα, το Ερωτηματολόγιο PDSQ και η κλίμακα αξιολόγηση κλινικών συμπτωμάτων SCL-90-R, χορηγήθηκαν ως εργαλεία αξιολόγησης της συμπτωματολογίας των συναισθηματικών διαταραχών. Οι συμμετέχοντες δεν αποκλείστηκαν από συμμετοχή στην έρευνα, βάσει ενδεχόμενων συμπτωμάτων.
Μετρήσεις: Εφαρμόστηκαν σταθμισμένα συμπεριφορικά έργα για τη μέτρηση της ικανότητας Επιτελεστικών Λειτουργιών και Ρύθμισης Συναισθημάτων (τόσο Συνειδητής, όσο και Υποσυνείδητης/Αυτόματης), ενώ συλλέχθηκαν τόσο συμπεριφορικά , όσο και ηλεκτροφυσιολγιικά δεδομένα, καθώς και δεδομένα μέσω αυτό-αναφοράς. Πιο συγκεκριμένα, χορηγήθηκαν το έργα από το μοντέλο Επιτελεστικών Λειτουργιών των Miyake et al., (2000), (Αναστολή, Μετατόπιση, Ενημέρωση) για τη μέτρηση της Επιτελεστικής Ικανότητας, ενώ ένα κλασσικό έργο ρύθμισης συναισθημάτων (προσαρμογή από Thiruchselvam, Blechert, Sheppes, Rydstrom & Gross, 2011) καθώς και έργο Αυτόματης/Ασυνείδητης Ρύθμισης (προσαρμογή από Egner, Active, Gale & Hirsch, 2008), εφαρμόστηκαν για τη μέτρηση της συνειδητής και υποσυνείδητης ρύθμισης συναισθημάτων, αντίστοιχα. Πέρα από τις ψυχομετρικές μετρήσεις ανίχνευσης ενδεχόμενης κλινικής συμπτωματολογίας (PDSQ; SCL-90R), χορηγήθηκαν και το Ερωτηματολόγιο Ρύθμισης Συναισθημάτων (ERQ), καθώς και το ερωτηματολόγιο Δυσκολιών στη Ρύθμιση Συναισθημάτων (DERS), ως ψυχομετρικά εργαλεία αξιολόγησης της ικανότητας Ρύθμισης. Οι αλλαγές στο πλάτος του LPP αξιοποιήθηκαν ως ηλεκτροφυσιολική μέτρηση τόσο της συνειδητής όσο και της υποσυνείδητης ρύθμισης. Οι συμπερφορικές μετρήσεις αναλύθηκαν μέσα από Επιβεβαιωτική Παραγοντική Ανάλυση (Confirmatory Factory Analysis), ενώ τα ηλεκτροφυσιολικά δεδομένα που λήφθηκαν από τα έργα συνειδητής και υποσυνείδητης ρύθμισης συνδυάστηκαν με τις συμπεριφορικές μετρήσεις των Επιτελεστικών Λειτουργικά και τις ψυχομετρικές μετρήσεις ψυχοπαθολογίας, προκειμένου να διερευνηθεί περαιτέρω η σχέση μεταξύ Επιτελεστικων Λειτουργικών, Ρύθμισης Συναισθημάτων και Ψυχοπαθολογίας.
Αποτελέσματα: Συμπεριφορικά Δεδομένα: Η Επιβεβαιωτική ανάλυση παραγόντων που εκτελέστηκε (Confirmatory Factor Analysis) έδειξε σημαντική συσχέτιση όλων των ψυχομετρικών μετρήσεων της ικανότητας Ρύθμισης Συναισθημάτων με τον παράγοντα της Ψυχοπαθολογίας, ενώ η επιτελεστική λειτουργία που επέδειξε τη μεγαλύτερη συσχέτιση με την ικανότητα Ρύθμισης Συναισθήματος, ήταν η Εργαζόμενη Μνήμη. Η Εκτελεστική Λειτουργία Μετατόπισης είχε σημαντική αρνητική συσχέτιση με την Υποκλίμακα Επανεκτίμησης (Reappraisal) του ERQ. Παρόλο που δεν επιβεβαιώθηκε μέσω της Επιβεβαιωτικής Παραγοντικής Ανάλυσης, η προκαταρκτική συσχετιστική ανάλυση που διενεργήθηκε αποκάλυψε σημαντική συσχέτιση μεταξύ της επιτελεστικής λειτουργίας της Συμπεριφορικής Καταστολής και των συμπεριφορικών μετρήσεων της ρύθμισης συναισθημάτων. Δεν αναφέρθηκαν σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ της Υποσυνείδητης Ρύθμισης Συναισθημάτων και των υπόλοιπων μετρήσεων.
Ηλεκτροφυσιολογικά δεδομένα: Η ανάλυση των ηλεκτροφυσιολογικών δεδομένων, τόσο για το έργο συνειδητής ρύθμιση συναισθηματων που εφαρμόστηε στην τρέχουσα μελέτη (προσαρμοσμένη από Thiruchselvam et al, 2011), όσο και για το έργο υποσυνείδητης ρύθμισης, (Egner, Aktif, Gale & Hirsch, 2008), σε συνδυασμό με τα συμπεριφορικά δεδομένα Επιτελεστικών Λειτουργιών, καθώς και τις ψυχομετρικές μετρήσεις της ψυχοπαθολογίας (SCL-90-R και PDSQ), έδειξαν ολικά μια κύρια αλληλεπίδραση των Λειτουργικών της Εργαζόμενης Μνήμης και της Συμπεριφορικής Καταστολής με ηλεκτροφυσιολογικές μετρήσεις τόσο της συνειδητής όσο και της υποσυνείδητης ικανότητας Ρύθμισης (όπως αυτές μετρήθηκαν μέσα από αλλαγές στο πλάτος του LPP). Επιπλέον, διαπιστώθηκαν δυσλειτουργίες στην τροχιά της ηλεκτροφυσιολογικής δραστηριότητας των συμμετεχόντων που παρουσιάζουν συμπτώματα συναισθηματικής διαταραχής κατά την εφαρμογή ορισμένων στρατηγικών συνειδητής ρύθμισης (Απόσπαση έναντι Επανεκτίμησης) και για ορισμένα χρονικά σημεία, καθώς και στα ηλεκτροφυσιολογικά δεδομένα της Υποσυνείδητης Ρύθμισης Συναισθημάτων, ολικά.
Συμπέρασμα: Τόσο τα συμπεριφορικά όσο και τα ηλεκτροφυσιολογικά αποτελέσματα, αποκάλυψαν το σημαντικό ρόλο της Εργαζόμενης Μνήμηας και σε μικρότερο βαθμό της συμπεριφορικής καταστολής και μετατόπισης στην ικανότητα για Ρύθμιση Συναισθημάτων. Επιπλέον, τόσο οι συμπεριφορικές, όσο και οι ηλεκτροφυσιολογικές και ψυχομετρικές μετρήσεις της Ρύθμισης Συναισθημάτων, παρουσίασαν σημαντική συσχέτιση και αλληλεπίδραση με τα ψυχομετρικά εργαλεία Ψυχοπαθολογίας (PDSQ; SCL-90-R).που έχουν εφαρμοστεί.
Τα αποτελέσματα από την τρέχουσα μελέτη αναμένεται να συμβάλουν στον εντοπισμό των κοινών λανθανόντων μηχανισμών και ελλειμμάτων που εμπλέκονται στην ψυχοπαθολογία, τόσο σε συμπεριφορικό όσο και σε νευρωνικό επίπεδο. Η παρούσα μελέτη στοχεύει επίσης να εγκαθιδρύσει τη βάση για την εφαρμογή νευροσυμπεριφορικών παρεμβάσεων που στοχεύουν στην ενίσχυση των νευροβιολογικών κυκλωμάτων και μηχανισμών που πιστεύεται ότι βρίσκονται στης βάση της δυσλειτουργίας των Επιτελεστικών Λειτουργιών και της Ρύθμισης Συναισθημάτων και έχουν βρεθεί να εμπλέκονται σε ένα εύρος ψυχολογικών διαταραχών .
Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης αναμένεται να οδηγήσουν στη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας καινοτόμων τεχνολογικών παρεμβάσεων που στοχεύουν να ενισχύσουν τα νευρωνικά κυκλώματα που εμπλέκονται τόσο στις επιτελεστικές λειτουργίες, όσο και στη συνειδητή και υποσυνείδητη ρύθμιση συναισθημάτων ( βρίσκονται σε πιλοτική φάση, στο παρόν στάδιο)
Ο εντοπισμός των κοινών λανθανόντων μηχανισμών και ελλειμμάτων που εμπλέκονται στην ψυχοπαθολογία και η αξιοποίησή τους για την ανάπτυξη παρεμβάσεων για ένα εύρος διαταραχών με παρόμοιες δυσλειτουργίες διαδιαγνωστικά, καθώς και η μεθοδολογία της τρέχουσας μελέτης (κοινοτικό δείγμα χωρίς κριτήρια αποκλεισμού και λήψη εύρους μετρήσεων για κάθε παράγοντα), βρίσκεται σε σύγκλιση με την πρόσφατη ανάπτυξη των Ερευνητικών Κριτηρίων (RDoC) του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας της Αμερικής, τα οποία προάγουν μια διαδιαγνωστική και νευροεπιστημονικά τεκμηριωμένη προσέγγιση στη διάγνωση και θεραπεία. Increased scientific evidence is pointing towards Emotion Regulation (ER) deficits being at the core of various forms of psychopathology. Emotion Regulation is defined by Gross (1998a), as efforts to influence which emotions one has, when he/she has them, and how he/she experiences or expresses these emotions. Emotion Regulation can be explicit (consciously activated) or implicit (initiated automatically via unconscious goals). The ability for conscious emotion regulation has been proposed to rely on the same frontoparietal and cingulo-opercular cognitive control neural circuitry as several Executive Functions (EF). However, research examining the relationship between EF and ER ability, has yielded inconsistent results. On the other hand, Implicit Emotion Regulation seems to rely on a distinct, albeit, in some aspects shared, neural network. Deficits in implicit, compared to explicit, ER seem to be most consistently implicated in several forms of psychopathology.
Given (a) the current inconsistent findings on the relationship between EF and ER ability, (b) ER’s, and, especially, implicit ER’s, central role in psychopathology, and (c) evidence of Executive Function Deficits in people presenting with clinical symptomatology, the aim of the current study is the investigation of the relationship between EF and ER and Affective Disorder Symptoms, via behavioural, psychometric and ERP Measures.
Sample: 120 University students (33 male, 87 female; Age, M=23,54, SD=4,98), were voluntarily recruited, from the University’s of Cyprus’s Department of Psychology, including students receiving services by the University’s Mental Health Center. Screening tools (namely, the Psychiatric Diagnostic Screening Questionnaire, PDSQ and the Symptom Check-List-90, SCL-90) were employed as psychometric measures of affective disorders’ symptomatology. Students were not excluded, on the basis of potential clinical presentation.
Measures: Standardized behavioural tasks were used for the measurement of ER and EF ability (both, explicit and implicit), while both behavioural and electrophysiological, as well as self-reported data were obtained. More specifically, EF tasks from Miyake et al., (2000), model of Executive functions (Inhibition, Shifinting, Updating) were used to measure EF ability, while a classic Emotion Regulation Task (adapted by Thiruchselvam, Blechert, Sheppes, Rydstrom & Gross, 2011) and the Emotional Conflict Adaptation task (Egner, Etkin, Gale & Hirsch, 2008), served as measures of Explicit and Implicit Emotion Regulation, respectively. Further to psychometric measures of potential clinical symptomatology (PDSQ; SCL-90R), the Emotion Regulation Questionnaire (ERQ) and the Difficulties in Emotion Regulation Questionnaire (DERS), were administered as psychometric measures of ER ability. Changes in LPP amplitude served as a direct index of both Explicit and Implicit Emotion Regulation. Behavioural measures were analysed via Confirmatory Factor Analysis, while ERP data taken from the Implicit and Explicit ER tasks, were combined with behavioural EF and psychometric measures of psychopathology, in order to further investigate the relationship among EF, ER and Psychopathology.
Results: Behavioural Data: A Confirmatory Factor Analysis conducted on obtained behavioural data revealed that all psychometric measures of Emotion Regulation Ability correlated significantly with the Latent Factor of Psychopathology, while the Executive Function that exhibited the greater relationship with Emotion Regulation Ability, as measured via behavioural measures, was Updating. The Executive Function of Shifting had a significant negative correlation with ERQ’s Reappraisal Subscale. Even though not confirmed via Confirmatory Factor Analysis, preliminary correlational analysis revealed a significant correlation also between Inhibition and behavioural measures of Emotion Regulation. No significant relationships between Implicit ER and other constructs were reported.
Electrophysiological Data: Analysis of Electrophysiological data, both for the Explicit Emotion Regulation implemented in the current study (adapted from Thiruchselvam et al, 2011) and the Implicit Emotion Regulation Task (Egner, Etkin, Gale & Hirsch, 2008), combined with EF behavioural data, as well as psychometric measures of psychopathology (SCL-90-R and PDSQ), overall, indicated a main interaction of Updating and Inhibition with electrophysiological measures of both Explicit and Implicit ER ability (namely, changes in LPP amplitude). In addition, aberrations in the ER implementation trajectory were found for participants presenting with affective disorder symptoms for certain Explicit ER strategies (Distraction vs. Reappraisal) and certain time points, as well as for Implicit ER’s overall electrophysiological data.
Conclusion: Both behavioural and electrophysiological results revealed, a greater role of Updating, and to a lesser extent, of inhibition and shifting, in ER ability. In addition, behavioural, electrophysiological and psychometric measures of ER, demonstrated a relationship and interaction with implemented psychometric measures of Psychopathology (PDSQ; SCL-90-R).
Results from the current study are expected to contribute to the identification of the common latent mechanisms and deficits involved in psychopathology, both on a behavioural and neural level. The current study also aims to establish the basis for the implementation of neurobehavioural interventions that target the neurobiological mechanisms and the specific biological and neural circuitry deficits thought to underlie aberrant EF and ER functioning, and have been found to be implicated in a range of psychological disorders. More specifically, results of the current study are expected to lead to the investigation of the effectiveness of computerized ER trainings that target both explicit and implicit ER’s brain circuitry (currently, in pilot phase).
The identification of common latent mechanisms and perturbations involved in psychopathology and their utilisation for the development of interventions that cut across disorders with similar underlying deficits, as well as the current study’s methodology (community sample with no exclusion criteria and obtainment of a number of measures for each investigated construct), is in line with the recent development of the National Institute of Mental Health’s, Research Domain Criteria (RDoC), which proposes a transdiagnostic and neuroscientifically informed approach to diagnosis and intervention.